ενενηντάρης

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο ενενηντάρης οι ενενηντάρηδες
      γενική του ενενηντάρη των ενενηντάρηδων
    αιτιατική τον ενενηντάρη τους ενενηντάρηδες
     κλητική ενενηντάρη ενενηντάρηδες
Κατηγορία όπως «μανάβης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
ενενηντάρης < ενενήντα + -άρης

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

ενενηντάρης αρσενικό (ενενηντάρα θηλυκό, και ενενηντάρισσα)

Συνώνυμα

[επεξεργασία]

Συγγενικά

[επεξεργασία]

δεκάρης εικοσάρης τριαντάρης σαραντάρης πενηντάρης εξηντάρης εβδομηντάρης ογδοντάρης ενενηντάρης κατοστάρης / εκατοστάρης

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]