ενιστής
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ο | ενιστής | οι | ενιστές |
γενική | του | ενιστή | των | ενιστών |
αιτιατική | τον | ενιστή | τους | ενιστές |
κλητική | ενιστή | ενιστές | ||
Κατηγορία όπως «ποιητής» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]ενιστής αρσενικό
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] ενιστής
|