επίζηλα
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- επίζηλα < επίζηλ(ος) + -α
Επίρρημα
[επεξεργασία]επίζηλα
Άλλες μορφές
[επεξεργασία]Μεταφράσεις
[επεξεργασία]Κλιτικός τύπος επιθέτου
[επεξεργασία]επίζηλα
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του επίζηλο