επί των επάλξεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]Έκφραση
[επεξεργασία]επί των επάλξεων
- για να δηλωθεί ότι κάποιος βρίσκεται σε ετοιμότητα αντιμετώπισης αντιξοότητας, κινδύνου κ.λπ.
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] επί των επάλξεων
|