επικονιάζομαι

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
επικονιάζομαι < παθητική φωνή του επικονιάζω

επικονιάζομαι