επιτροπεύω

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: ἐπιτροπεύω

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
επιτροπεύω < αρχαία ελληνική ἐπιτροπεύω

επιτροπεύω

Συγγενικά

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]