επταετής
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]↓ πτώσεις | ενικός | |||||
---|---|---|---|---|---|---|
γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
ονομαστική | ο | επταετής | η | επταετής | το | επταετές |
γενική | του | επταετούς* | της | επταετούς | του | επταετούς |
αιτιατική | τον | επταετή | την | επταετή | το | επταετές |
κλητική | επταετή(ς) | επταετής | επταετές | |||
↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||||
γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
ονομαστική | οι | επταετείς | οι | επταετείς | τα | επταετή |
γενική | των | επταετών | των | επταετών | των | επταετών |
αιτιατική | τους | επταετείς | τις | επταετείς | τα | επταετή |
κλητική | επταετείς | επταετείς | επταετή | |||
* Και προφορικός τύπος σε -ή στη γενική ενικού αρσενικού, ή και θηλυκού | ||||||
Κατηγορία όπως «συνεχής» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές |
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- επταετής < αρχαία ελληνική ἑπταετής / επτα- + -ετής • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Επίθετο
[επεξεργασία]επταετής, -ής, -ές
Συνώνυμα
[επεξεργασία]Συγγενικά
[επεξεργασία]μονοετής διετής τριετής τετραετής πενταετής εξαετής επταετής / εφταετής οκταετής / οχταετής εννιαετής / εννεαετής δεκαετής
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] επταετής
|
Κατηγορίες:
- Επίθετα που κλίνονται όπως το 'συνεχής' (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα αρχαία ελληνικά (νέα ελληνικά)
- Λέξεις με πρόθημα επτα- (νέα ελληνικά)
- Λέξεις με επίθημα -ετής (νέα ελληνικά)
- Επέκταση ετυμολογίας (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Επίθετα (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)