ετήσιοι δακτύλιοι
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]Πολυλεκτικός όρος
[επεξεργασία]ετήσιοι δακτύλιοι αρσενικό, μόνο στον πληθυντικό
- (βοτανική): σειρά ομόκεντρων κύκλων που εμφανίζονται σε οριζόντια τομή κορμού δένδρων που αποτελούν ένδειξη προσεγγιστικού καθορισμού της ηλικίας τους.
Σημειώσεις
[επεξεργασία]- η χρωματική διαφοροποίηση αυτών των δακτυλίων οφείλεται στη διαφορά υφής του εναλλασσόμενου ανοιξιάτικου και φθινοπωρινού ξύλου.
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] ετήσιοι δακτύλιοι
|