εφιδρώνω

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
εφιδρώνω < επί + ιδρώνω

εφιδρώνω

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]