εχθρεύομαι
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- εχθρεύομαι < → λείπει η ετυμολογία
Ρήμα
[επεξεργασία]εχθρεύομαι
- έχω πολύ αρνητικά αισθήματα απέναντι σε κάποιον
Συγγενικά
[επεξεργασία]- → δείτε τη λέξη εχθρός