εὐλαβητικῶς

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
εὐλαβητικῶς < αρχαία ελληνική εὐλαβητικ(ός) + -ῶς

Επίρρημα

[επεξεργασία]

εὐλαβητικῶς