εὐφωνία

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]

εὐφωνία < εὔφωνος < εὖ + φωνή

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

εὐφωνία θηλυκό

  • καλή φωνή