ζαρζανέτι
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | το | ζαρζανέτι | τα | ζαρζανέτια |
γενική | του | ζαρζανετιού | των | ζαρζανετιών |
αιτιατική | το | ζαρζανέτι | τα | ζαρζανέτια |
κλητική | ζαρζανέτι | ζαρζανέτια | ||
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση. | ||||
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ζαρζανέτι ουδέτερο
Άλλες μορφές[επεξεργασία]
- → δείτε τη λέξη σαραζανέτι
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
ζαρζανέτι
|
Αναφορές[επεξεργασία]
- ↑ Από σχετική πατέντα τού Ιταλού Giulio Serra Zanetti στις 14 Αυγούστου 1897.
Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'τραγούδι' (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά ουδέτερα (νέα ελληνικά)
- Λέξεις από ανθρωπωνύμια (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα ιταλικά (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Τεχνολογία (νέα ελληνικά)
- Αρχιτεκτονική (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)