ζερβοκουτάλας

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
ζερβοκουτάλας < ζερβός + κουτάλα (αυτός που κρατάει το κουτάλι με το αριστερό χέρι)

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

ζερβοκουτάλας αρσενικό και ζερβοκουτάλα

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]