ηλεκτρομηχανική
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
↓ πτώσεις | ενικός | |||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | ηλεκτρομηχανική | ||
γενική | της | ηλεκτρομηχανικής | ||
αιτιατική | την | ηλεκτρομηχανική | ||
κλητική | ηλεκτρομηχανική | |||
Κατηγορία όπως «ψυχή» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ηλεκτρομηχανική θηλυκό
- η εφαρμογή του ηλεκτρικού ρεύματος στη μηχανική
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
ηλεκτρομηχανική
Κλιτικός τύπος επιθέτου[επεξεργασία]
ηλεκτρομηχανική
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική ενικού, θηλυκού γένους του ηλεκτρομηχανικός
Ομώνυμα / Ομόηχα[επεξεργασία]
Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'ψυχή' στον ενικό (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά θηλυκά (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά στον ενικό (νέα ελληνικά)
- Λέξεις με πρόθημα ηλεκτρο- (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Κλιτικοί τύποι επιθέτων (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)