ηχομετρία
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- ηχομετρία < ηχο- + -μετρία, μεταφραστικό δάνειο από τη γαλλική sonométrie
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]ηχομετρία θηλυκό
Συγγενικά
[επεξεργασία]→ και δείτε τις λέξεις ήχος και μέτρο
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] ηχομετρία
Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'σοφία' (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά θηλυκά (νέα ελληνικά)
- Λέξεις με πρόθημα ηχο- (νέα ελληνικά)
- Λέξεις με επίθημα -μετρία (νέα ελληνικά)
- Μεταφραστικά δάνεια από τα γαλλικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα γαλλικά (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Ακουστική (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)