θαυμάστρια
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]θαυμάστρια θηλυκό
- → δείτε τη λέξη θαυμαστής
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] θαυμάστρια
θαυμάστρια θηλυκό