θηλαίους

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Κλιτικός τύπος επιθέτου

[επεξεργασία]

θηλαίους

  • θηλαίος, στην αιτιατική του πληθυντικού