θηλαστικά
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Κλιτικός τύπος επιθέτου[επεξεργασία]
θηλαστικά ουδέτερο
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού, ουδέτερου γένους (θηλαστικό) του θηλαστικός
Κλιτικός τύπος ουσιαστικού[επεξεργασία]
θηλαστικά ουδέτερο
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του θηλαστικό
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
θηλαστικά
|