θυμοκρατία
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]θυμοκρατία αρσενικό
- (φιλοσοφία) Φιλοσοφική θεωρία που πιστεύει ότι το συναίσθημα κυριαρχεί στην ψυχική ζωή ενός ανθρώπου
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] θυμοκρατία
|