ινδοκυανίνη

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η ινδοκυανίνη οι ινδοκυανίνες
      γενική της ινδοκυανίνης των ινδοκυανινών
    αιτιατική την ινδοκυανίνη τις ινδοκυανίνες
     κλητική ινδοκυανίνη ινδοκυανίνες
Κατηγορία όπως «νίκη» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
ινδοκυανίνη < λόγιο ενδογενές δάνειο: indocyanine < indole (< indigo +‎ λατινική oleum < αρχαία ελληνική ἔλαιον) + cyanine (< αρχαία ελληνική κῠᾰ́νεος / κῠᾰνοῦς)

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

ινδοκυανίνη θηλυκό

Δείτε επίσης

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]