ιπποκομία

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η ιπποκομία οι ιπποκομίες
      γενική της ιπποκομίας των ιπποκομιών
    αιτιατική την ιπποκομία τις ιπποκομίες
     κλητική ιπποκομία ιπποκομίες
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
ιπποκομία < ἱπποκόμος < ἱππο- + κομῶ (: φροντίζω), αναλύεται ίππ(ος) + -ο- + -κομία

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

ιπποκομία θηλυκό

Συγγενικά

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]