καβαφισμός
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- καβαφισμός < Κωνσταντίνος Καβάφης + -ισμός
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]καβαφισμός αρσενικό
- ποιητικό ύφος που μοιάζει με αυτό του Κωνσταντίνου Καβάφη
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] καβαφισμός
|