καλαθοπλεκτική

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η καλαθοπλεκτική οι καλαθοπλεκτικές
      γενική της καλαθοπλεκτικής των καλαθοπλεκτικών
    αιτιατική την καλαθοπλεκτική τις καλαθοπλεκτικές
     κλητική καλαθοπλεκτική καλαθοπλεκτικές
Συνήθως στον ενικό.
Κατηγορία όπως «ψυχή» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
καλαθοπλεκτική < κάλαθ(ος) + -ο- + πλεκτική
Χώρος καλαθοπλεκτικής.

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

καλαθοπλεκτική θηλυκό

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]