καλαθοπλεκτική
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | καλαθοπλεκτική | οι | καλαθοπλεκτικές |
γενική | της | καλαθοπλεκτικής | των | καλαθοπλεκτικών |
αιτιατική | την | καλαθοπλεκτική | τις | καλαθοπλεκτικές |
κλητική | καλαθοπλεκτική | καλαθοπλεκτικές | ||
Συνήθως στον ενικό. | ||||
Κατηγορία όπως «ψυχή» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]καλαθοπλεκτική θηλυκό
- η τεχνική του πλεξίματος καλαθιών
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] καλαθοπλεκτική
|
Πηγές
[επεξεργασία]- καλαθοπλεκτική - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας