καρεκλάκι

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το καρεκλάκι τα καρεκλάκια
      γενική
    αιτιατική το καρεκλάκι τα καρεκλάκια
     κλητική καρεκλάκι καρεκλάκια
Η κατάληξη του πληθυντικού -ια προφέρεται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «παιδάκι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
καρεκλάκι < καρέκλ(α) + υποκοριστικό επίθημα -άκι

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

καρεκλάκι ουδέτερο

Συνώνυμα

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]

για γλώσσες που δεν διαχωρίζουν το υποκοριστικό σε αυτόν τον όρο (ή γενικά) δείτε καρέκλα