καρσί

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: κρασί

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
καρσί < (άμεσο δάνειο) τουρκική karşı < οθωμανική τουρκική قارشو (karşı / karşu) < πρωτοτουρκική

Επίρρημα

[επεξεργασία]

καρσί

Συνώνυμα

[επεξεργασία]

Συγγενικά

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]