κατόπι

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
κατόπι < λείπει η ετυμολογία

Επίρρημα

[επεξεργασία]

κατόπι

  1. άλλη μορφή του κατόπιν
  2. πίσω από

Εκφράσεις

[επεξεργασία]
  • παίρνω στο κατόπι: ακολουθώ κάποιον, πηγαίνω από πίσω του όπου πάει

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]