κατόπι
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- κατόπι < → λείπει η ετυμολογία
Επίρρημα
[επεξεργασία]κατόπι
- άλλη μορφή του κατόπιν
- πίσω από
Εκφράσεις
[επεξεργασία]- παίρνω στο κατόπι: ακολουθώ κάποιον, πηγαίνω από πίσω του όπου πάει