κεράτινος
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- κεράτινος < αρχαία ελληνική κεράτινος
Επίθετο
[επεξεργασία]κεράτινος
- που έχει κατασκευαστεί από κέρατο
- που δημιουργείται από κερατίνη
Συγγενικά
[επεξεργασία]- → δείτε τη λέξη κέρατο
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] κεράτινος
|