κεφαλαιοκράτις

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
κεφαλαιοκράτις: αρσενικό κεφαλαιοκράτ(ης) + -ις

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

κεφαλαιοκράτις θηλυκό

  • (Χρειάζεται τεκμηρίωση…)