κοζάκικος
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- κοζάκικος < Κοζάκος + -ικος < γαλλική cosaque < πολωνική Kozak < ουκρανική коза́к (kozák) < προέλευσης από τουρκικές γλώσσες
Επίθετο
[επεξεργασία]κοζάκικος
Συγγενικά
[επεξεργασία]- → δείτε τη λέξη Κοζάκος
Μεταφράσεις
[επεξεργασία]Κατηγορίες:
- Επίθετα που κλίνονται όπως το 'όμορφος' (νέα ελληνικά)
- Λέξεις με επίθημα -ικος (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα γαλλικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα πολωνικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα ουκρανικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τουρκικές γλώσσες (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Επίθετα (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)