κομπλεξικός
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]Επίθετο
[επεξεργασία]κομπλεξικός, -ή / -ιά, -ό
- (ψυχολογία) που αισθάνεται κόμπλεξ ή μειονεκτικά και φέρεται ανάλογα