κοπελάκι

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το κοπελάκι τα κοπελάκια
      γενική
    αιτιατική το κοπελάκι τα κοπελάκια
     κλητική κοπελάκι κοπελάκια
Η κατάληξη του πληθυντικού -ια προφέρεται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «παιδάκι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
κοπελάκι < κοπέλι + υποκοριστικό επίθημα -άκι

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

κοπελάκι ουδέτερο

  • το μικρό αγόρι(Χρειάζεται τεκμηρίωση…)

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]