κοπρολαγνεία

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η κοπρολαγνεία οι κοπρολαγνείες
      γενική της κοπρολαγνείας των κοπρολαγνειών
    αιτιατική την κοπρολαγνεία τις κοπρολαγνείες
     κλητική κοπρολαγνεία κοπρολαγνείες
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
κοπρολαγνεία < νεολατινική coprolagnea[1], μορφολογικά αναλύεται κόπρ(ος) + -ο- + λαγνεία

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

κοπρολαγνεία θηλυκό

Αναφορές

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]