κουρελέ

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
κουρελέ < κουρέλι +

Επίθετο

[επεξεργασία]

κουρελέ άκλιτο

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]