κράταιγος

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο κράταιγος οι κράταιγοι
      γενική του κράταιγου των κράταιγων
    αιτιατική τον κράταιγο τους κράταιγους
     κλητική κράταιγε κράταιγοι
Κατηγορία όπως «αντίλαλος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά
Crataegus monogyna

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
κράταιγος < αρχαία ελληνική κράταιγος

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

κράταιγος αρσενικό

Συνώνυμα

[επεξεργασία]

Δείτε επίσης

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]