κρατούντες

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
κρατούντες < λείπει η ετυμολογία

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

κρατούντες αρσενικό, μόνο στον πληθυντικό

  • οι κυβερνώντες, αυτοί που έχουν την εξουσία

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]