κυβερνήσεις
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ρηματικός τύπος
[επεξεργασία]κυβερνήσεις
- (να, ας, αν, ίσως κλπ) β' ενικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος κυβερνώ
- θα κυβερνήσεις: β' ενικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος κυβερνώ
Κλιτικός τύπος ουσιαστικού
[επεξεργασία]κυβερνήσεις θηλυκό
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του κυβέρνηση