κυκλοποιητής
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- κυκλοποιητής < κυκλο- + ποι(ώ) + -τής, απόδοση για την αγγλική thermal cycler
Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /ci.klo.pi.iˈtis/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : κυ‐κλο‐ποι‐η‐τής
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]κυκλοποιητής αρσενικό
- μηχάνημα που εκτελεί την διαδικασία της αλυσιδωτής αντίδρασης πολυμεράσης, του PCR
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] κυκλοποιητής
Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'ποιητής' (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά αρσενικά (νέα ελληνικά)
- Λέξεις με πρόθημα κυκλο- (νέα ελληνικά)
- Λέξεις με επίθημα -τής (νέα ελληνικά)
- Μεταφραστικές αποδόσεις από τα αγγλικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα αγγλικά (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)