κωλαράκι

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το κωλαράκι τα κωλαράκια
      γενική
    αιτιατική το κωλαράκι τα κωλαράκια
     κλητική κωλαράκι κωλαράκια
Η κατάληξη του πληθυντικού -ια προφέρεται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «παιδάκι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
κωλαράκι < υποκοριστικό του κώλος

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

κωλαράκι ουδέτερο

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]