λογότυπος

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
λογότυπος < λόγιο ενδογενές δάνειο: αγγλική logotype

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

λογότυπος αρσενικό και λογότυπο ουδέτερο

→ δείτε τη λέξη λογότυπο

Δείτε επίσης

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]