μίξερ

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Ανακάτεμα ζύμης σε μίξερ

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
μίξερ < αγγλική mixer

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

μίξερ ουδέτερο άκλιτο

  1. (κουζινικά) το μηχάνημα ή το σκεύος με το οποίο ανακατώνουμε ή συνθλίβουμε φαγώσιμα ώστε να γίνουν πολτός ή χυμός
  2. μηχανικός εξοπλισμός για ανάμιξη και ομογενοποίηση υλικών σε μορφή πολφού, αναμικτήριο / αναμικτήρας
  3. κονσόλα που χρησιμοποιείται για μίξη τραγουδιών, ιδιαίτερα απο disc jockey

Συγγενικά

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]