μαντύας

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο μαντύας οι μαντύες
      γενική του μαντύα των μαντυών
    αιτιατική τον μαντύα τους μαντύες
     κλητική μαντύα μαντύες
Κατηγορία όπως «γαλαξίας» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
μαντύας < μανδύας

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

μαντύας αρσενικό

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]