ματσούκι

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
ματσούκι < λείπει η ετυμολογία

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

ματσούκι ουδέτερο (πληθυντικός ματσούκια)

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]