μελανοψίνη

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η μελανοψίνη οι μελανοψίνες
      γενική της μελανοψίνης των μελανοψινών
    αιτιατική τη μελανοψίνη τις μελανοψίνες
     κλητική μελανοψίνη μελανοψίνες
Κατηγορία όπως «νίκη» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
μελανοψίνη < λόγιο ενδογενές δάνειο: αγγλική melanopsin < αρχαία ελληνική μέλας + ὄψις

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

μελανοψίνη θηλυκό

Υπερώνυμα

[επεξεργασία]

Δείτε επίσης

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]