μετωνυμικός
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- μετωνυμικός < ελληνιστική κοινή μετωνυμικός < μετωνυμία < μετά + αρχαία ελληνική ὄνομα
Επίθετο
[επεξεργασία]μετωνυμικός
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] μετωνυμικός
|