μισέω
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αρχαία ελληνικά (grc)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- μισέω < μῖσος + jω
Ρήμα
[επεξεργασία]μισέω και συνηρημένο μισῶ και παθητικό μισοῦμαι
μισέω και συνηρημένο μισῶ και παθητικό μισοῦμαι