μοσχοπληρώνω

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
μοσχοπληρώνω < μοσχο- + πληρώνω

μοσχοπληρώνω

Συνώνυμα

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]