μπλόκος

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
μπλόκος < ιταλική blocco

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

μπλόκος αρσενικό

→ δείτε τη λέξη μπλόκο