μυγίτσα

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η μυγίτσα οι μυγίτσες
      γενική της μυγίτσας
    αιτιατική τη μυγίτσα τις μυγίτσες
     κλητική μυγίτσα μυγίτσες
Η γενική πληθυντικού σε -ών δε συνηθίζεται.
Κατηγορία όπως «πείνα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
μυγίτσα < μύγα + υποκοριστικό επίθημα -ίτσα

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

μυγίτσα θηλυκό

Άλλες μορφές

[επεξεργασία]

Συγγενικά

[επεξεργασία]
  • → δείτε τη λέξη μύγα

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]