μυζηθρίτσα

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η μυζηθρίτσα οι μυζηθρίτσες
      γενική της μυζηθρίτσας
    αιτιατική τη μυζηθρίτσα τις μυζηθρίτσες
     κλητική μυζηθρίτσα μυζηθρίτσες
Η γενική πληθυντικού σε -ών δε συνηθίζεται.
Κατηγορία όπως «πείνα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
μυζηθρίτσα < μυζήθρα + υποκοριστικό επίθημα -ίτσα

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

μυζηθρίτσα θηλυκό

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]
  • μυζηθρίτσα - Αναστασιάδη - Συμεωνίδη, Άννα (2003). Αντίστροφο λεξικό της νέας ελληνικής. Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών. Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη.  (συντομογραφίες)